Το κρατικό έγκλημα ενάντια στους πρόσφυγες και τις μετανάστριες συνεχίζεται αμείωτo. Κομματικές καρικατούρες το ωραιοποιούν, το δικαιολογούν, το σερβίρουν ωμό μέσω των Μ.Μ.Ε, σε μια προσπάθεια να υπάρξει κοινωνική συνενοχή σε αυτό. Το ακροδεξιό πολιτικό προσωπικό δεν τηρεί πλέον ούτε τα προσχήματα… δε θα φάμε πτωμαΐνη απόψε.
Παρεμβαίνουμε έξω από τα γραφεία του Μανούσου Βολουδάκη, ο οποίος στάζει δηλητήριο σε κάθε δημόσια δήλωσή του. Ύστερα από τη φωτιά στο κολαστήριο της Μόρια στη Λέσβο, επαναφέρει στο δημόσιο λόγο τα ξερονήσια ή πλωτές πλατφόρμες καταμεσής της θάλασσας για τους πρόσφυγες. Άνθρωποι που αυτή τη στιγμή κοιμούνται πάνω σε κάρβουνα, άνθρωποι που δεν έχει κανείς να τους προσάψει τίποτα, εκτός του ότι έφυγαν αναγκαστικά από εμπόλεμες κατεστραμμένες περιοχές ή όντας άφραγκοι ψάχνουν δουλειά στην Ευρώπη για λίγο καλύτερα μεροκάματα.
Η στρατιωτική διαχείριση των μεταναστών και προσφύγων δεν ξεκινάει σήμερα. Από το 2015 και ύστερα, η λεγόμενη “προσφυγική κρίση” ήταν κύρια κρατική ρητορική. Επιχείρησε και κατάφερε να ποινικοποιήσει τις ζωές των προσφυγικών και μεταναστευτικών πληθυσμών, ενώ παράλληλα οι αιτίες αυτών των μετακινήσεων αποκρύπτονταν. Όμως είναι ηλίου φαεινότερο. Οι κρατικοί ανταγωνισμοί-πόλεμοι και η φτώχια που προκαλεί η καπιταλιστική οργάνωση της κοινωνίας, οδηγούν στην ξενιτιά. Πράγματα που καλούμαστε κι εμείς εδώ, σε αυτό τον τόπο να αντιμετωπίσουμε.
Το ελληνικό κράτος είτε με την “αριστερή” παρένθεση είτε με την ακροδεξιά της Ν.Δ συνεχίζει την ίδια πολιτική εξόντωσης. Τα ευρωπαϊκά κονδύλια για τους πρόσφυγες, έγιναν φράχτες και στρατόπεδα. Έγιναν εργολαβίες του ελληνικού στρατού, έγιναν επιχειρήσεις Μ.Κ.Ο. Όλοι έφαγαν , εκτός από αυτούς που έπρεπε, αυτούς που το χρειάζονταν. Στη συνέχεια το υπουργείο μεταναστευτικής πολιτικής επί Σύριζα και υπουργό τον Μουζάλα καθησύχαζε με φοροελαφρύνσεις την αγανάκτηση των προυχόντων και των μικροαφεντικών των νησιών που είχαν στηθεί οι φυλακές των προσφύγων και των μεταναστών. Θα ήταν αδύνατο να φτάσουμε στη σημερινή τροπή του εγκλήματος αν η συγκυβέρνηση του Σύριζα με την άκρα δεξιά των ΑΝ.ΕΛ δεν είχε θέσει τις βάσεις.
Τον τελευταίο χρόνο, οι ίδιοι άνθρωποι που περπατάνε με τα πόδια από χώρα σε χώρα και από ήπειρο σε ήπειρο, προσπαθώντας να ζήσουν, έγιναν μπαλάκι στη διακρατική σύγκρουση Ελλάδας-Τουρκίας. Η κρατική προπαγάνδα πήρε την πιο ακραία μορφή της και τους βάφτισε “εισβολείς που ήρθαν να αλλοιώσουν τον πολιτισμό μας”. Υπήρξε προσπάθεια θερμού επεισοδίου στον Έβρο, το χειμώνα που πέρασε, από φασισταριά που συνέρρεαν εκεί (ένστολα και μη) βγάζοντας φωτογραφίες και βίντεο καθώς ψέκαζαν χημικά και έριχναν πέτρες στους πρόσφυγες. Υπήρξαν καταγγελίες για ένοπλους παρακρατικούς, οι οποίοι συνέδραμαν στο “έργο” της αστυνομίας και του στρατού συλλαμβάνοντας, ληστεύοντας και δολοφονώντας τουλάχιστον έναν άνθρωπο.
Ύστερα ήρθε ο κορωνοϊός και η ζωή για τους φυλακισμένους πρόσφυγες έγινε αφόρητη. Δυστυχώς οι φωνές τους που ζητούσαν ελευθερία μετακίνησης και ισότητα δεν αρκούσαν να σταματήσουμε αυτή την αθλιότητα. Η Μόρια φτιάχτηκε με υλικά από την αδιαφορία και το ρατσισμό της ελληνικής κοινωνίας, μαζί με τον αυταρχισμό του κρατικού μηχανισμού. Το πασίγνωστο “bye bye Moria!” που ξεστόμισε ένα μικρό προσφυγόπουλο βλέποντας τη φωτιά, κάνει ξεκάθαρο πως ντροπή δεν ήταν πως κάηκε η Μόρια, αλλά το ότι υπήρξε.
Όταν κοιτάμε πρόσφυγες και μετανάστριες, βλέπουμε κάτι και από το δικό μας μέλλον. Ο πολιτισμός του κρατικά οργανωμένου εγκλεισμού και των δολοφονιών μας αηδιάζει. Ντόπιοι και μετανάστες εργάτες κι εργάτριες, άνεργοι και άνεργες, με ή χωρίς χαρτιά πρέπει να το σταματήσουμε. Αλλιώς τα στρατόπεδα κι οι φυλακές θα συνεχίζουν να μεγαλώνουν μέχρι να χωρέσουν όσους συνεχίζουν σε αυτή τη συνθήκη να παραμένουν άνθρωποι.