Κάποιες σκέψεις για τις πρόσφατες πολιτικές εξελίξεις,
τη συγκυρία &τις επερχόμενες εκλογές
Με αφορμή τις πρόσφατες πολιτικές εξελίξεις, και μιλώντας για τη συγκυρία και το κλίμα που δημιουργείται γύρω από τις επερχόμενες εκλογές, καταθέτουμε κάποιους από τους προβληματισμούς και τις εκτιμήσεις μας που αφορούν το ευρύτερο πολιτικό περιβάλλον και τις προκλήσεις της εποχής που ζούμε.
1. Γιατί δεν ελπίζουμε στις εκλογές
Τα εκλογικά πανηγύρια δεν έχουν καμία σχέση με την άμεση πολιτική συμμετοχή και τη συνδιαμόρφωση των κοινωνικών συνθηκών. Κάθε εκλογικό θέαμα στήνεται με στόχο την επιθετική διαχείριση και εκπροσώπηση των αναγκών των αφεντικών και των ισχυρών ομάδων συμφερόντων.Το πολιτικό προσωπικό της βουλής εκπροσωπεί διαφορετικά συμφέροντα των τοπικών εργοδοτικών ενώσεων, των βιομηχάνων, των πετρελαιάδων και των εφοπλιστών, των μεγάλων αλλά και των μικρών αφεντικών που στόχος τους είναι να υποβαθμίσουν την αξία της εργασίας και της ανθρώπινης ζωής.Η ελπίδα ότι μια καλύτερη κυβέρνηση είναι εφικτή ταυτίζεται με μια λογική ανάθεσης και διαμεσολάβησης από “ειδικούς” και επαγγελματίες πολιτικούς. Η λογική αυτή, της ανάθεσης σε άλλους της λύσης των προβλημάτων μας, της παραχώρησης των δικαιωμάτων και των σημαντικών αποφάσεων γύρω από τη ζωή μας, και όχι η αυτοδιαχείριση από εμάς τους ίδιους, είναι που επιτρέπει στο σύστημα εκμετάλλευσης να επιβιώνει. Όσο ανατίθονται στον οποιοδήποτε πολιτικό και οικονομικό νταβατζή τα σημαντικά ζητήματα της κοινωνικής ζωής και της εργασίας μας, τόσο αποποιούμαστε των ευθυνών και της συλλογικής πολιτικής μας δουλειάς και τόσο μεγαλώνει το τίμημα της ελευθερίας που χαρίζεται στους κοινοβουλευτικούς εκπρόσωπους. Ταυτόχρονα συναινούμε στο να καθορίζονται οι τύχες μας από εξουσιαστές, “κυπ”ατζήδες, εντολοδόχους ντόπιων και ξένων αφεντικών, ρατσιστές, πολεμοκάπηλους, τραπεζίτες, μεγαλοκαραχαρίες, μαφιόζους, τηλεοπτικές περσόνες, φασίστες και ότι πιο επικίνδυνο και γελοίο θα φανταζόταν κανείς ως “ελπίδα για το αύριο”. Οι επιθυμίες, η συνείδηση ακόμα και η οργή μας δεν μπορεί να ανατεθεί σε πολιτικάντηδες, “φουσκωτούς” ή λαϊκιστές που βρίζουν στο διαδίκτυο ή γαβγίζουν στην τηλεόραση και στα προεκλογικά μπαλκόνια. Οι επιθυμίες και οι ανάγκες μας εκφράζονται μέσα από την ουσιαστική επικοινωνία στις σχέσεις μας, στην καθημερινή ζωή όπως και στις απεργίες, στις καταλήψεις, στα οδοφράγματα, και στη συνεχή εξέγερση απέναντι στα αφεντικά, τους εθνικιστές και τους μπάτσους που στηρίζουν την άθλια τάξη αυτού του κόσμου. Ψηφίζοντας το πολιτικό τους προσωπικό, οι εκμεταλλευτές εξασφαλίζουν ένα πιστοποιητικό κοινωνικής συναίνεσης και νομιμοποίησης των εγκλημάτων τους.
2. Ταξικοί και κοινωνικοί αγώνες, ενάντια στον εθνικισμό
Η εναντίωση στις πρόσφατες πολιτικές υποτίμησης της εργασίας και της ζωής δημιούργησαν ένα κλίμα κοινωνικής και ταξικής πόλωσης. Το κράτος επιχειρεί τώρα να προσδώσει στις εκλογές μια μορφή ενσωμάτωσης τόσο των αγώνων και των όποιων απελευθερωτικών νοημάτων προέκυψαν, όσο και των ετερόκλητων δεξιών και αριστερών δυνάμεων που αμφισβήτησαν τη μνημονιακή στρατηγική του κεφαλαίου. Οι εκλογές προσπαθούν να παγιδέψουν τις αγωνίες των αγωνιζόμενων ανθρώπων σε διλήμματα του τύπου “μνημομηνιακές – αντιμνημονιακές δυνάμεις”, “ευρώ ή δραχμή” ώστε οι ταξικές συγκρούσεις να εκτονωθούν σε μια παραπλανητική κουβέντα με κοινό άξονα το εθνικό συμφέρον όλων. Αυτό για το οποίο επιχειρούν να πείσουν τα αφεντικά μέσα από αυτά τα εκβιαστικά διλήμματα, είναι ότι πρέπει να λειτουργούμε και να σκεφτόμαστε λες και οι εκμεταλλευόμενοι έχουν τα ίδια συμφέροντα με τους εκμεταλλευτές τους.
Είτε με ευρώ, είτε με δραχμή, είτε με μια μνημονιακή ή αντιμνημονιακή κυβέρνηση, είτε με νέους καταπιεστικούς νόμους, είτε με μια ήπια συντήρηση της μιζέριας, τα αφεντικά θα επιχειρήσουν να σώσουν το τομάρι τους. Οι ίδιοι που μιλάνε για εθνική ενότητα, οι εργοδοτικές ενώσεις δηλαδή και οι εκπρόσωποι των πολιτικών κομμάτων, είναι αυτοί που πίεζαν για μειώσεις των μισθών, κατάργηση των ασφαλίσεων και απολύσεις. Και στη συνέχεια οι ίδιοι ακριβώς πουλάγανε τρέλα “πως βρισκόμαστε υπό κατοχή” για να δικαιολογήσουν το πως θα μας πιουν το αίμα. Άλλωστε η διαδικασία της υποτίμησης της εργασίας και της ζωής δεν είναι τωρινό φαινόμενο. Με τους μισθούς παγωμένους και την εργασία χωρίς δικαιώματα και ασφάλιση να έχει γίνει κανόνας την τελευταία 15ετία, είναι φυσικό το να φτάσει σταδιακά η εργατική τάξη στον πάτο.
Σε μεγάλα κομμάτια της αριστεράς, και της άκρας αριστεράς, υπάρχει μια τάση που ταυτίζει το έθνος με την τάξη, υποκρύβοντας πως το προλεταριάτο στην Ελλάδα, όπως και σε όλη την Ευρώπη, είναι πολυεθνικό. Τέτοιες βλακώδεις και αναληθείς ρατσιστικές αφηγήσεις προσφέρουν συμβολικούς πόρους στην άκρα δεξιά. Όταν σπέρνεις τα ανήθικα ψέμματα ενός “αριστερού” πατριωτισμού θερίζεις νεοναζί. Ακριβώς με τον ίδιο τρόπο στη Γαλλία εμφανίστηκε δυναμικά πριν κάποιες δεκαετίες το κόμμα του Λεπέν, αποσπώντας πολύ μεγάλο ποσοστό από πρώην ψηφοφόρους του κομουνιστικού κόμματος της Γαλλίας, το οποίο μίλαγε και αυτό για το “εθνικό συμφέρον του γαλλικού λαού” και “χεστήκαμε για τους μετανάστες και τις μετανάστριες” (σας θυμίζει κάτι;). Σήμερα ο δημόσιος λόγος της ηγεσίας της ελληνικής αριστεράς έχει σπείρει πολύ εθνικιστικό και ρατσιστικό παραμύθι και το θέρισμα σε άκρα δεξιά και νεοναζί άρχισε να φουντώνει….
Εμείς δεν ξεχνάμε στιγμή πως ένα σημαντικό κομμάτι της εργατικής τάξης, οι μετανάστριες και οι μετανάστες που εργάζονται, ζουν, κάνουν τις οικογένειες τους, και δημιουργούν μαζί μας ένα σημαντικό κομμάτι του κοινωνικού πλούτου δεν έχουν τα στοιχειώδη εργατικά, κοινωνικά και πολιτικά δικαιώματα. Αυτό δεν είναι αποτέλεσμα μιας ανύπαρκτης μεταναστευτικής πολιτικής. Αντιθέτως, είναι συνειδητή κρατική πολιτική. Για τουλάχιστον 20 χρόνια το κράτος, τα δίκτυα δουλεμπορίας και οι μαφίες έχουν εξοβελίσει τους μετανάστες/τριες εργάτες/τριες από το κοινωνικό σώμα, καθιστώντας τους αόρατους. Κατάφεραν να δημιουργήσουν, μια κατάσταση εξαίρεσης, ένα άτυπο άπαρχαϊντ που προετοίμαζει το μέλλον και των ελλήνων εργατών και εργατριών. Τόσο ο κρατικός, όσο και ο διάχυτος κοινωνικός ρατσισμός και η απομόνωση των μεταναστών στοχεύουν να κρατήσουν πειθαρχημένους και υποταγμένους τους πολυεθνικούς/ες εργάτες/τριες με φτηνά μεροκάματα, ενώ ταυτόχρονα διαιρούν την εργατική τάξη σε έλληνες και ξένους, διασπώντας την ενότητά της. Ας μην ξεχνάμε επίσης πως αρκετοί πρόσφυγες έρχονται από τις χώρες όπου ο ελληνικός στρατός συμμετέχει στην κατοχή τους από το ΝΑΤΟ, για να αντιμετωπίσουν και εδώ τον απόλυτο αποκλεισμό, τον εγκλεισμό και τη βία αντί για τα περίφημα ανθρώπινα δικαιώματα. Αυτές οι συνθήκες έγιναν εφικτές όχι μόνο με την πλήρη συνενοχή της ελληνικής κοινωνίας, και τη ρατσιστική της συμπεριφορά, αλλά είχαν και τα αντίστοιχα οικονομικά οφέλη από τα χαμηλά μεροκάματα, τόσο για το κεφάλαιο, όσο και για τεράστια τμήματα των ελλήνων μικροαστών, που αποτραβήχτηκαν από τις “βαριές και βρώμικες δουλειές”. Τώρα λοιπόν που η μικροαστική τάξη καταρέει και οι έλληνες εργάτες φτωχοποιούνται, είναι οι ορδές των εξαθλιωμένων άνεργων ελλήνων/ίδων που θα βιώσουν συνολικά τις συνθήκες διαβίωσης που από καιρό βίωναν οι μετανάστες. Καμία ασφάλιση, χωρίς ωράριο, μεροκάματο 20 ευρώ, καμία υγειονομική περίθαλψη κ.ά. Το ίδιο θα βιώσουν και οι έλληνες μετανάστες και μετανάστριες που πηγαίνουν στο εξωτερικό για δουλειά, έχοντας να αντιμετωπίσουν και τις φασιστικές και ρατσιστικές συμμορίες στα ευρωπαϊκά κράτη. Όσο για μας, πιστεύουμε πως τα αγαθά, τα σπίτια και η γη είναι πέρα για πέρα αρκετά για να ζήσουμε σε κοινωνίες αλληλεγγύης και πλήρους ισότητας. Χωρίς σύνορα που να εμποδίζουν την ελεύθερη μετακίνηση των ανθρώπων. Γιατί καμιά ζωή δεν είναι παράνομη ή λαθραία. Για να καταργήσουμε το απαρχαϊντ που βιώνουν οι μετανάστες, για να μην εκμεταλλευτούν και άλλο τα αφεντικά τις αδυναμίες μας ως τάξη, για να μην υποβαθμιστεί και άλλο η ζωή όλων μας και βυθιστούμε στον κανιβαλισμό, δεν μπορούμε παρά να υπερασπιστούμε την αξιοπρέπεια και τη ζωή όλων των καταπιεσμένων της κοινωνίας, του γείτονα μας και του συναδέλφου μας, μαζί με τους μετανάστες και τις μετανάστριες, στους κοινούς μας αγώνες ενάντια στα αφεντικά.
3. Η Δεξιά του Κυρίου
Στις τελευταίες εκλογές αναδείχθηκαν δύο κυρίαρχα ρεύματα, ένα “αριστερό” και ένα δεξιό, με το ΠΑ.ΣΟ.Κ να μπαίνει, προσωρινά, σε “τρίτη” μοίρα. Παράλληλα η αποχή σημείωσε μεγάλα ποσοστά, γύρω στο 35%, χωρίς όμως να μπορούν να αποσαφηνιστούν τα χαρακτηριστικά της, αν δηλαδή είχε χαρακτήρα εκλογικής απεργίας στη βάση απελευθερωτικών ιδεών, ή αντίθετα αδιαφορίας, απαξίωσης ευρύτερα της πολιτικής ή οτιδήποτε άλλο.
Η δεξιά εθνικιστική “πολυκατοικία” (όρος του Καρατζαφύρερ) διατήρησε τα ιστορικά ποσοστά της, αν και πολυδιασπασμένη, γύρω στο 45%. Οι πιο κύριες και μαζικές τάσεις του “δεξιού ρεύματος” θα μπορούσαν να χωριστούν σε ένα “μνημονιακό” σκέλος που αυτοδιαφημίζεται πως θα λύσει το πρόβλημα της κρίσης μέσα από τη συνεργασία με τις διεθνείς ελίτ ενώ το “αντιμνημονιακό” προτάσει μια σειρά από διαπραγματευτικές πιέσεις προς την τρόϊκα, τη συμμετοχή εθνικιστών που αναβαπτίσθηκαν στην κολυμπήθρα της διαμαρτυρίας του συντάγματος και την εξαργύρωσαν πολιτικά, όπως και την πρόσδεση σε συγκεκριμένα τμήματα του κεφαλαίου που βάλλονται από την κρίση. Η Ν.Δ. του Σαμαρά, όπως και ο Καμμένος, το ΛΑ.ΟΣ, ο Μάνος και το περιβάλλον τους αποτελούν σκληρά και μιλιταριστικά χαρτιά των εθνικιστών, των πετρελαιάδων και των βιομηχάνων, που φαίνονται πως διχάζονται προεκλογικά. Κοινός τους στόχος όμως είναι να ξεσκίσουν και άλλο την εργασία. Με οποιαδήποτε εκδοχή ηγεμονίας ή συνδυασμού του “δεξιού ρεύματος” θα ενταθεί ο αυταρχικός/αστυνομικός χαρακτήρας του κράτους και οι επιθέσεις σε οτιδήποτε θεωρηθεί πως προσβάλλει την ανοιχτή υπεράσπιση των συμφερόντων του κεφαλαίου.
Το περιβάλλον του Σαμαρά, όπως και του Καμμένου, πέρα από την εμφανή σύνδεση με το κεφάλαιο, διανθίζεται από φιλοπόλεμους κύκλους, μπουμπούκια της ΕΥΠ και ακροδεξιά δίκτυα, όπου το “καλό της πατρίδας” ταυτίζεται πότε με τα πετρέλαια, πότε με επιδιώξεις πυροβολημένων φασιστών, εθνικιστών και καραβανάδων. Ένας πολιτικός υπόκοσμος που έχει συνδεθεί με σκοτεινά σημεία της πολιτικής ιστορίας, με τη μαφία, με μια φιλοπόλεμη ρητορική (αυτή των Σαμαρά και Λαζαρίδη). Χαρακτηριστικό της ακροδεξιάς σύνθεσης της ηγεσίας των εν λόγω κομμάτων είναι η ταχύτητα των ζυμώσεων της Ν.Δ. με τους χουντικούς, τους χιτλερικούς και πρώην ΕΠΕΝίτες του ΛΑ.Ο.Σ. ώστε να γίνουν οι μεταγραφές Βορίδη, Άδωνι, Πλέυρη και άλλων ακροδεξιών. Στη Ν.Δ. ξαναμπήκε και το κόμμα της Ντόρας και του Μαρκογιαννάκη, του υπουργού που το 2009 συνδέθηκε με το σκάνδαλο Βλαστού, την αστυνομική καταστολή της αγροτικής διαμαρτυρίας και την πολιτική υποστήριξη των μαφιόζων της νύχτας όπως και του ρατσισμού. Αυτός ο συρφετός έχει τα χέρια του βαμμένα με αίμα (με χαρακτηριστικότερα εγκλήματα – μαζί με το ΠΑΣΟΚ, την άκρα δεξιά και κομματιών της αριστεράς – την πολιτική, ηθική και υλική κάλυψη των σφαγών άμαχων Βόσνιων στην εμφύλια σφαγή της πρώην Γιουκοσλαβίας όπως και των απάνθρωπων μορφών εγκλεισμού και δολοφονίων προσφύγων στα σύνορα) και είναι επικίνδυνος. Οι ίδιοι αυτοί κύκλοι διαδίδουν συνεχώς τα τελευταία χρόνια μέσα από τα έντυπα τους και το λόγο τους σενάρια για ανεξέλεγκτη χρεωκοπία, θερμό επεισόδιο με την Τουρκία ή ακόμα και εκτροπή του πολιτεύματος. Από τον ακατανόμαστο μπαμπά της Ντόρας που δήλωνε πως θα περάσουν τα νέα μέτρα κι ας έχουμε νεκρούς διαδηλωτές ή την πρόσφατη αγόρευση σε υπουργό εθνικής άμυνας του φασίστα καραβανά Φραγκούλη, διωγμένου από το στράτευμα ως επικίνδυνος για τη δημοκρατία, το πράγμα βρωμάει.
4. Η βουλή, τώρα και με αυθεντικούς νεοναζί
Μία από τις αλλαγές που σημάδεψαν τις εκλογές της 6ης είναι και η είσοδος ναζιστικού κόμματος στη βούλη και μάλιστα με 21 βουλευτές.
Άμεσοι υπαίτιοι είναι αυτοί που σήμερα κάνουν ότι κλαίγονται για την άνοδο του φασισμού, τα ντόπια και ξένα αφεντικά. Αυτοί καλλιέργησαν και όξυναν με την έναρξη της κρίσης το πατριωτικό αίσθημα προσπαθώντας με κάθε τρόπο να κρύψουν τον ταξικό χαρακτήρα της οικονομικής επίθεσης στα χαμηλά κοινωνικά στρώματα. Μία επίθεση την οποία εξαπέλυσε πρωτίστως η ελληνική εργοδοσία απέναντι σε ντόπιους και μετανάστες εργάτες. Το “είμαστε όλοι έλληνες’’ είτε αναπαράγονταν από την εξουσία, είτε από αριστερούς και δεξιούς αντιμνημονιακούς, συμπλήρωνέ τις ήδη υπάρχουσες ρατσιστικές αντιλήψεις και φοβίες που μεταδίδονται από τον πολιτικό και δημοσιογραφικό συρφετό και αυτοαναπαράγονται σε χώρους εργασίας , σχολεία και γειτονιές. Η χρυσή αυγή είναι απλά ο εξτρεμιστικός βραχίονας του συντηρητικού και ρατσιστικού κομματιού της κοινωνίας, που πιθανόν να μεγαλώνει διαρκώς όσο οξύνεται η κρίση.
Ταυτόχρονα, για να συνεχιστεί αμείωτη η επίθεση του κεφαλαίου, η οποία έχει πλέον την ελάχιστη κοινωνική νομιμοποίηση, τα ντόπια και ξένα αφεντικά συνεχίζουν να σπέρνουν το φόβο και την ανασφάλεια. Σύμφωνα με αυτούς, για την υποβάθμιση των αστικών κέντρων και την κάθε άλλο παρά τυχαία γκετοποίηση, δεν ευθύνεται η υποβάθμιση του βιοτικού μας επιπέδου μέρα με τη μέρα απο τα αφεντικά μας. Τα αφεντικά και τα φερέφωνα τους προσπαθούν να μας πείσουν ότι για τα δεινά μας φταίνε οι πιο εξαθλιωμένοι από εμάς, οι μετανάστες και οι μειονότητες. Έτσι το κενό ‘‘ασφάλειας’’ έρχεται να καλύψει με την μορφή μαφίας η Χ.Α . Άμεσα εμπλεκόμενη με την οικονομία του εγκλήματος, η οργάνωση αποτελεί το μεγάλο προστάτη, τον οποίο αρκετοί είναι πρόθυμοι να συγχωρέσουν για τα εγκλήματα της νύχτας προκειμένου να έχουν την ησυχία τους την μέρα. Οι χρυσαυγίτες, όπως και τα υπόλοιπα ευρωπαϊκά νεοναζιστικά κόμματα εμφανίζονται ως απαραίτητοι πλέον για το μεγάλο κεφάλαιο θεσμοί, προκειμένου να ελεγχθούν οι μεγάλες μάζες εργατών και ανέργων που συννωστίζονται στις μεγαλουπόλεις της Ευρώπης. Ταυτόχρονα, μέσω των νενοναζί πριμοδοτούνται οι κάθε είδους εθνικισμοί που τόσο ωφέλιμα για την Τάξη αυτού του κόσμου διαιρούν του φτωχούς και τους εξαθλιωμένους. Με δεδομένο ότι λογικά αυτό το φαινόμενο θα συνεχίσει να επεκτείνεται και στις υπόλοιπες χώρες, οι μελλοντικοί έλληνες μετανάστες πιθανότατα θα καταλάβουν στη Γερμανία ή στη Γαλλία την αξία που έχουν για το κεφάλαιο οι ρατσιστικές και φασιστικές πολιτοφυλακές.
Πέρα από όλα αυτά, αναμφισβήτητα υπάρχει και ένα κομμάτι της κοινωνίας που διαχωρίζει τους αχυρανθρωπούς της πολιτικής από το μεγάλο κεφάλαιο, που κάνει το πραγματικό κουμάντο. Γι’ αυτούς τους ψηφοφόρους η Χ.Α μπορεί να διώξει το πολιτικό προσωπικό (μάλλον με πραξικόπημα αλλά αυτό δεν το πολυφωνάζουν) που υποτίθεται ότι είναι και το μεγάλο πρόβλημα, με στόχο όχι να το αντικαταστήσει η ίδια η οργάνωση, αλλά οι αμέσως επόμενοι διαχειριστές της εξουσίας οι οποίοι θα είναι λιγότερο διεφθαρμένοι. Για τους ακόμα πιο αφελείς οι χρυσαυγίτες μπορούν να κάνουν κανονικό αντικαθεστωτικό αγώνα ενάντια στους εθνικούς προδότες και τα ‘‘λαμόγια τους πολιτικούς’’.
Ιστορικά οι φασίστες αποτελούν εφεδρεία του καθεστώτος ενάντια σε κάθε επαναστατική προοπτική. Η άνοδος του φασισμού δεν είναι ένα ακίνδυνο γραφικό φαινόμενο και ούτε “θα περάσει” εάν εμείς οι ίδιοι δεν κάνουμε κάτι γι’αυτό. Σκοπός του φασισμού είναι η υποδούλωση της ίδιας της κοινωνίας κάτω από την μπότα του. Οι φασίστες, εάν δυναμώσουν, θα επιτεθούν σε οποιονδήποτε τους εμποδίσει και οποιονδήποτε δε συμμορφωθεί με τον σχεδιασμό της ναζιστικής κοινωνίας. Ο ρόλος απέναντι στα κινήματα είναι στον παρόντα χρόνο ο ρόλος του παρακρατικού: επιθέσεις σε αγωνιστές που μάχονται ενάντια στο καθεστώς. Πέρα από αυτό, σε βάθος χρόνου η Χ.Α προσβλέπει σε κανονική κατάληψη του κρατικής εξουσίας σε αρμονικότατη συνεργασία με το μεγάλο κεφάλαιο, τους μπάτσους και τον στρατό εις βάρος όλης της κοινωνίας, τις αντιδράσεις της οποίας και θέλει να υποτάξει. Το πρόβλημα και για την Χ.Α και για το κομμάτι εκείνο της αστικής τάξης που προκρίνει έναν τέτοιο σχεδιασμό, είναι ότι δεν υπάρχουν ακόμα οι απαραίτητοι κοινωνικοί δεσμοί, η βάση για να νομιμοποιηθεί κάτι τέτοιο.
Ο πόλεμος ενάντια στους φασίστες είναι υπόθεση οποιουδήποτε δεν θέλει να ζήσει σε ένα τεράστιο στρατόπεδο συγκέντρωσης. Γι’αυτούς τους λόγους πρέπει να δημιουργηθούν παντού αντιρατσιστικές πρωτοβουλίες, αντιφασιστικοί πυρήνες και δομές που είτε θα πολεμάνε, είτε θα αποδομούν το φασισμό και τον κανιβαλισμό σε σχολεία, εργασιακούς χώρους, χωριά και γειτονιές. Πρέπει να γίνει κοινή αντίληψη ότι κάθε άνθρωπος θα πρέπει να εναντιωθεί έμπρακτα σε φασιστικά και ναζιστικά φαινόμενα και συμπεριφορές. Ταυτόχρονα επειδή κανένας αγωνιστής δεν είναι πρόθυμος να μαχαιρωθεί ή να μπεί σε στρατόπεδο συγκέντρωσης χωρίς να πολεμήσει, καθώς και επειδή οι φασίστες αποτελούν εμπόδιο στον δρόμο για την ελευθερία, πρέπει να γίνει κατανοητό σε όλους το εξής: Το να στηρίζεις το πιο εχθρικό και ελεεινό κομμάτι του παρακράτους απέναντι στην αγωνιζόμενη κοινωνία είναι επιλογή πολέμου. Ο καθένας ας διαλέξει στρατόπεδο και ας αναλάβει τις ευθύνες του.
5, ΠΑΣΟΚ, ΚΚΕ και το “αριστερό ρεύμα” γύρω από το ΣΥΡΙΖΑ
Καθώς το ΠΑ.ΣΟ.Κ εμφανίζεται αποδυναμωμένο με τα ποσοστά του σε ιστορική καθίζηση και διάφορα στελέχη του να φεύγουν προς τα δεξιά ή τα αριστερά, η στάθμη των ποσοστών του θα αποτελέσει κρίσιμο παράγοντα για το αν θα σχηματιστεί μια κυβέρνηση μαζί με τη Ν.Δ. και πιθανόν κάποιο άλλο κόμμα. Το ΠΑ.ΣΟ.Κ υπηρέτησε πιστά το ξένο και το ντόπιο κεφάλαιο τα τελευταία χρόνια και αν και φαίνεται για πρώτη φορά διαλυμένο, δεν πρέπει να ξεχνάμε πως ζούμε σε μια κοινωνία (πολλών) οργανωμένων πασόκων που ψάχνουν τρόπους να αναδιαρθρώσουν τα υλικά και πολιτικά συμφέροντα τους, άλλοι προς το ΣΥΡΙΖΑ και άλλοι προς την δεξιά. Όχι λίγοι, και δεν μας εκπλήσσει, στρέφονται ακόμα και στους νεοναζί. Οι συνεργασίες πασόκων με φασίστες στο Αγρίνιο, όπως και στα Μανιάτικα του Πειραιά με δράσεις ενάντια στο κίνημα τα τελευταία χρόνια, όπως και ο εμπρησμός από νεοναζί στεκιού μέσα σε πανεπιστημιακό χώρο στο Ρέθυμνο με την ανοχή της περιφρούρησης της ΠΑΣΠ, φανερώνουν άλλες διαστάσεις αντικοινωνικών συμμαχιών ανάμεσα σε μισανθρώπους.
Οι τελευταίες εκλογές ανέδειξαν το κόμμα του ΣΥΡΙΖΑ, το οποίο φαίνεται να γεμίζει μέσα από το εκλογικό θέαμα το κενό που δημιουργείται από την απουσία ουσιαστικών δομών από το ανταγωνιστικό κίνημα καθώς και να κεφαλαιοποιεί την πολιτική υπεραξία από τη συμμετοχή του στους αγώνες της τελευταίας περιόδου. Και αν τα κόμματα της άκρας και της κεντρώας δεξιάς, όπως και το ΠΑ.ΣΟ.Κ. δεν κρύβουν τη συμμαχία τους με τους εκμεταλλευτές και τους πολεμοκάπηλους, οι μικρές και οι μεγάλες ηγεσίες των κομμάτων της “αριστεράς”, έχουν ως στόχο να ελέγξουν τα κοινωνικά κινήματα, να εκτονώσουν τη δυσαρέσκεια και να καταστείλουν την οργή της βάσης της κοινωνίας στις κάλπες. Οι ηγεσίες του ΣΥΡΙΖΑ και του ΚΚΕ δεν θα έρθουν σε ρήξη με τη βαρβαρότητα του καπιταλισμού. Ο ρόλος τους είναι να “μικρύνουν” τις συλλογικές επιθυμίες και τους αγώνες ώστε να χωρέσουν στα νταλαβέρια της βουλής με τους καπιταλιστές, υπό τις ευλογίες του “εθνικού συμφέροντος”. Μια ενδεχόμενη επικράτηση του ΣΥΡΙΖΑ σε ένα συνασπισμό κομμάτων είναι πιθανό να αποτελέσει “μαξιλάρι” για την ελεγχόμενη χρεοκοπία και την υποτίμηση της εργασίας, όπως και για την αποσυμπίεση του κινήματος. Είναι επίσης πιθανόν να αποτελέσει το άλλοθι του κεφαλαίου να χρεωθεί η βάση της αριστεράς οποιοδήποτε βίαιο οικονομικό ή πολιτικό μετασχηματισμό ή εκτροπή επιχειρήσουν τα αφεντικά.
Ο ευαγγελισμός μιας μεταρρύθμισης μέσα από τη συνεργασία του κεφαλαίου με την ηγεσία μιας διακυβέρνησης με “αριστερό” προσωπείο δε διαφαίνεται πιθανός σε μια περίοδο διεθνούς ύφεσης του καπιταλισμού, παρά τη δήλωση αποδοχής του ΣΕΒ προς τον ΣΥΡΙΖΑ, ενώ η απουσία μιας ισχυρής (σε σχέση πάντα με το ΠΑ.ΣΟ.Κ και όλα τα κομμάτια της δεξιάς) πρόσβασης της αριστεράς σε σημαντικούς μηχανισμούς του βαθέους κράτους καταδεικνύουν το μάλλον δύσκολο έως άτοπο των ελπίδων των μεσαίων και εργατικών στρωμάτων για μια αλλαγή πολιτικής σε ένα πιο ήπιο δεξιό μεν, αλλά με κάποιες παροχές, “δημοκρατικό” “γύψο” που θα θυμίζει τον καταναλωτικό κόσμο των 90ς.
Από την άλλη, ας μην ξεχνάμε πως σε σημαντικές περιόδους παγκόσμιας καπιταλιστικής κρίσης η σοσιαλδημοκρατία εμφανίστηκε ως “μαξιλάρι” πριν την επέλαση του ολοκληρωτισμού, ενώ το μεγαλύτερο πραγματικό “κεϋνσιανό” πρόγραμμα δημόσιων δαπανών για να ξεπεραστεί η διεθνής οικονομική κρίση του ΄29 ήταν, σύμφωνα με τους ίδιους του οικονομολόγους, ο Β’ παγκόσμιος πόλεμος και η μαζική παραγωγή των φονικών του εργαλείων…
Το “Κ”ΚΕ εδώ και χρόνια είναι ενσωματωμένο στον κρατικό κορμό και καταλαμβάνει πόστα και θέσεις σε κρατικά και συνδικαλιστικά όργανα και στην τοπική αυτοδιοίκηση. Έχει αναλάβει το ρόλο της αριστερής “αγωνιστικής” αντιπολίτευσης του συστήματος, ενώ διαμεσολαβεί και υπερασπίζεται τα συμφέροντα μερίδων εργαζομένων, κάποιων επιχειρηματιών και αγροτών. Χρησιμοποιεί όσους αγώνες μπορεί να ελέγξει ακριβώς γιατί μέσα από αυτούς αντλεί νομιμοποίηση και καταφέρνει να διατηρεί τα πόστα του κομματικού μηχανισμού εντός του συστήματος. Δεν είναι διατεθειμένο να έρθει σε καμία ρήξη ρισκάροντας να χάσει αυτά τα προνόμια. Γι’ αυτό μένει αποσβολωμένο και απομονωμένο μπροστά στην ανάπτυξη αγώνων που δεν μπορεί να ελέγξει, ερχόμενο και σε άμεση σύγκρουση μαζί τους (όπως στις 20 Οκτώβρη 2011 όταν υπερασπίστηκε τη βουλή, έτσι ώστε να ψηφιστούν τα χειρότερα μέτρα υποτίμησης της ζωής μας). Γι’ αυτό δεν θέλει με κανένα τρόπο να γίνει συμμέτοχο σε μια αριστερή διαχείριση της κρίσης, με κίνδυνο να υποστεί το τεράστιο πολιτικό κόστος μιας επερχόμενης επίσημης χρεοκοπίας στα χέρια του, ενώ ταυτόχρονα οι μνήμες του ’89 δεν έχουν σβήσει ακόμα. Γι’ αυτό είναι συνολικά ανίκανο να δώσει διέξοδο στους ψηφοφόρους του είτε μέσω κοινοβουλίου είτε στο δρόμο, αφού στόχος του είναι μέσω μιας ήπιας ανάπτυξης ελεγχόμενων αγώνων να αντλεί νομιμοποίηση για τη διατήρηση του ρόλου του εντός του καθεστώτος. Και εκεί θα έχει να αντιμετωπίσει αναπόφευκτα το ενδεχόμενο μιας μεγάλης διαρροής κομματιών της βάσης του.
6. Για την απελευθέρωση και τη χειραφέτηση της κοινωνίας…
Μέσα από τις διαδικασίες κατάρρευσης, βίαιων μετασχηματισμών και αποσταθεροποίησης ως συνέπεια της κρίσης, ενάντια στην εξαθλίωση, το φόβο και την τρομοκρατία, δημιουργούνται από τα κινήματα και εκείνες οι δομές που δεν αποτελούν μόνο μορφές αγώνα αλλά προεικόνισμα μιας άλλης κοινωνίας. Είναι τα κοινωνικά κομμάτια που δεν αρκούνται απλά να ψηφίζουν κάθε τέσσερα χρόνια, που γνωρίζουν ότι τα προβλήματα τους δε θα αλλάξουν με μια αριστερή ή μια δεξιά κυβέρνηση, ούτε βέβαια με ένα ακόμα πιο ολοκληρωτικό εθνικιστικό ή σταλινικό καθεστώς. Μιλάμε για τους ανθρώπους που αγωνίζονται ξεπερνώντας τις λογικές ανάθεσης της ζωής τους σε επαγγελματίες πολιτικούς, που δημιουργούν αυτο-οργανωμένες μορφές πάλης και δομές αλληλεγγύης, που σπάνε τον ατομικισμό και την εσωστρέφεια μέσα από τις σχέσεις και τις συναντήσεις των αδιαμεσολάβητων κοινωνικών αγώνων. Στους χώρους εργασίας, στις γειτονιές και τις πλατείες, στους δρόμους και μέσα στα σπίτια μας εκεί είναι το πεδίο μάχης της ελευθερίας ενάντια στον αυταρχικό έλεγχο, της ισότητας ενάντια στην καταπίεση και την εκμετάλλευση, της αλληλεγγύης ενάντια στον κοινωνικό κανιβαλλισμό, της αλληλοβοήθειας ενάντια στο αλληλοφάγωμα ανάμεσα στους καταπιεσμένους, του συλλογικού αγώνα ενάντια στο φόβο και τον ατομικισμό. Μιλάμε για τις συνελεύσεις γειτονιάς, τα αντιϊεραρχικά σωματεία βάσης που παλεύουν για εργατικά συμβούλια, τα κοινωνικά ιατρεία, τα δίκτυα ανταλλαγής, τις κοινότητες αγώνα, τις μαχητικές απεργίες και διαδηλώσεις, τα απεργιακά ταμεία, τις καταλήψεις κτιρίων και εργασιακών χώρων με στόχο τη χρήση τους για την ταξική πάλη, για το δικαίωμα της στέγης αλλά και της στέγασης απελευθερωτικών/χειραφετικών εγχειρημάτων, την καθημερινή αντιφασιστική επαγρύπνηση, όλους εκείνους τους αγώνες που υπερασπίζονται τις αξίες της ισότητας, της αλληλεγγύης, της δικαιοσύνης και της αξιοπρέπειας της ανθρώπινης ζωής.
Στις εποχές που ζούμε μπαίνει ξανά το ζήτημα γύρω από το πως εμείς οι ίδιοι, χωρίς αφεντικά, εθνοσωτήρες και φωστήρες, θα οργανώσουμε τις σημαντικέςδιαδικασίες της κοινωνικής ζωής και τις συλλογικές ανάγκες της καθημερινότητας, χωρίς να παραμυθιαστούμε από καμία υπόσχεση για “επιστροφή στην ευημερία” και κανένα εκβιασμό για περισσότερες θυσίες στο βωμό των κερδών του κεφαλαίου.
Τα αφεντικά βρίσκονται και αυτά σε κρίση, και δικαίως φοβούνται. Ζούμε σε ένα κόσμο, όχι σπάνης αλλά αφθονίας αγαθών και όμως περιοχές ολόκληρες, κοινωνικές ομάδες και πληθυσμοί ζουν στην φτώχεια, την ανέχεια και τον πόλεμο. Αντί η ανθρωπότητα να ευημερεί, απολαμβάνοντας τον κοινωνικό πλούτο της δημιουργικότητας της, ζει στη σκιά των εθνικών κρατών, των τεχνητών κρίσεων και των πολέμων μόνο και μόνο για τα κέρδη και την τρέλλα των εκμεταλλευτών. Ως πότε η ανθρωπότητα θα ανέχεται τους καταπιεστικούς μηχανισμούς του κεφαλαίου;
Στην Ελλάδα η ηθική χρεοκοπία προϋπήρχε του μνημονίου. Χωρίς ταξική συνείδηση και ουσιαστική κοινωνική αλληλεγγύη, μια σειρά από βάρβαρες πολιτικές είχαν ήδη νομιμοποιηθεί σε βάρος των πιο αδύναμων κομματιών της κοινωνίας. Η πτώχευση ή μια ρητή χρεοκοπία θα ρίξει στην ανέχεια ακόμα μεγαλύτερα κομμάτια του πληθυσμού. Όμως, και η διατήρηση της σημερινής μιζέριας χρεοκοπία δεν λέγεται;
Οι επαναστάσεις που αλλάζουν την ανθρώπινη μοίρα δεν έχουν ως στόχο την αναδιανομή της εξουσίας, αλλά το να έρθουν τα κοινωνικά αγαθά και το νόημα της ανθρώπινης δημιουργίας στα χέρια των ίδιων των παραγωγών τους και όχι των εκμεταλλευτών και των καταπιεστών. Eμείς πιστεύουμε στις διαδικασίες μέσα από τις οποίες οι κοινωνίες “οργανώνονται από τα κάτω”, με μέριμνα την ισότητα και την αλληλοβοήθεια, συζητώντας, ρωτώντας, μαθαίνοντας και αποφασίζοντας οριζόντια και αμεσοδημοκρατικά οι ίδιες τις ανάγκες και τη μοίρα τους, χωρίς αφεντικά και χωρίς να μακελεύονται αναμεταξύ τους. Δεν υπάρχει δικαιοσύνη και καμιά δημοκρατία, όσο δεν υπάρχει άμεση δημοκρατία και ισότητα σε όλες τις διαδικασίες της παραγωγής, και όσο συνεχίζεται η διαχείριση της κοινωνικής ζωής από συγκεντρωτικούς και βίαιους κρατικούς θεσμούς, όσο συνεχίζεται η αρπαγή του κοινωνικού πλούτου από τους λίγους, και η κυριαρχία στο δημόσιο λόγο της παραπληροφόρησης και της χειραγώγησης από τα αστικά ΜΜΕ. Όπως δεν υπάρχει απελευθερωτική διαδικασία στην κοινωνία, χωρίς συζήτηση ανάμεσα στους ίδιους τους παραγωγούς γύρω από το ποιο είναι το νόημα και η ουσία των υλικών και των πνευματικών αγαθών που παράγονται, πετώντας στα σκουπίδια της ιστορίας την αλλοτρίωση και το κέρδος.
Η επανάσταση απέναντι στον κόσμο του καπιταλισμού και της επικράτειας του θανάτου αφορά πρωτίστως τα πεδία της καθημερινής ζωής, της καθημερινής μάχης για την κατάκτηση του “εμείς” ενάντια στα υπερφίαλα και ατομικιστικά “εγώ”. Αυτή η μαχητική συλλογική επιθυμία είναι το αίτημα των καιρών. Η πραγμάτωση ελευθεριακών και χειραφετικών αξιών και νοημάτων δικαιοσύνης που επαναδιεκδικούν τη γοητεία τους, περνάει μέσα από την αυτοργάνωση, την αυτοκριτική και την δημιουργική αμφισβήτηση και επαναδιαπραγμάτευση όλων των πτυχών της κοινωνικής ζωής. Μέσα από τις ρωγμές που δημιουργούν στην καπιταλιστική κανονικότητα οι σχέσεις επικοινωνίας που δημιουργούνται στο μετερίζι των κοινωνικών αγώνων, και μέσα από κάθε κινηματικό εγχείρημα που λειτουργεί ως εξωστρεφής κοιτίδα μαθητείας στην αλληλεγγύη και τη συντροφικότητα.
Ότι και αν συμβεί μετά την παρένθεση των εκλογών, ότι και αν ετοιμάζουν τα πολιτικά επιτελεία και το στρατιωτικο-βιομηχανικό σύμπλεγμα, τα κινήματα απελευθέρωσης από τον καπιταλισμό θα πρέπει να περιφρουρήσουν τόσο τις δικές τους υποδομές, όσο και τις κοινωνικές κατακτήσεις, τα αγαθά και τις υποδομές των αγώνων του παρελθόντος, τις οποίες το κεφάλαιο θα επιχειρήσει να αποτελειώσει. Η αυτο-οργάνωση, ο διάλογος και η οριζόντια συννενοήση και συνδιαμόρφωση της βάσης όλων των αγωνιζόμενων κομματιών είναι ο μόνος δρόμος ώστε να δημιουργηθούν ικανές κοινότητες αγώνα. Πολύ περισσότερο, η ενότητα της εργατικής και πολιτικής βάσης των ριζοσπαστικών κινημάτων είναι ο μόνος ικανός δρόμος για την πραγμάτωση των δίκαιων ταξικών και κοινωνικών αγώνων που θα κατευθύνονται στην κοινωνική επανάσταση και την απελευθέρωση της ανθρωπότητας από τον καπιταλισμό και τους φασισμούς που αυτός συνεπάγεται.
Ιούνης 2012 – Παγκρήτια Συνέλευση Αναρχικών – Αντιεξουσιαστών